Τα πρώτα στυλ στην αρχιτεκτονική
Τα πρώτα παραδείγματα εκείνου που μπορεί να ονομαστεί αρχιτεκτονική χρονολογούνται από την ανατολή των πρώτων πολιτισμών στη Μέση Ανατολή (3000-1200 π.χ.). Οι περιτειχισμένες πόλεις τους χτίζονταν με ζιγκουράτ (πύργους με πολλά επίπεδα και ναό στην κορφή), μια ιδέα που συνεχίστηκε από τους Αρχαίους Αιγυπτίους με τις πυραμίδες, τους τάφους και τους ναούς τους. Όμως οι Αρχαίοι Έλληνες ήταν εκείνοι που έδωσαν στην αρχιτεκτονική τη μορφή τέχνης. Οι κλασικές αρχές μορφές και διακόσμηση τους, που αργότερα τροποποιήθηκαν από τους Ρωμαίους, άφησαν μια κληρονομιά που έχει επηρεάσει ολόκληρη τη δυτική αρχιτεκτονική. Τα στυλ οικοδομημάτων της Ελλάδας και της Ρώμης έχουν δώσει έμπνευση για ατέλειωτα στυλ αρχιτεκτονικής και εσωτερικής σχεδίασης σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Ελληνικός Κλασικισμός θα αναβιώνει επί αιώνες, ενώ η ρωμαϊκή εισαγωγή της καμάρας οδήγησε στο γοτθικό στυλ αρχιτεκτονικής, που το βλέπουμε στην ακμή του σε πολλούς καθεδρικούς ναούς της Ευρώπης.

Η κλασική παράδοση και η σημασία της κλασικής αρχιτεκτονικής της Αρχαίας Ελλάδας που έφτασε στο απόγειο της στα μέσα του πέμπτου π.Χ. αιώνα δεν έγκειται στην ποικιλία ή την πολυπλοκότητα της φόρμας της αλλά στην απλότητά της. Οι βασικές κατασκευές χρησιμοποιούσαν κολόνες σαν κατακόρυφα υποστηρίγματα οριζόντιων δοκών ή μπλοκ από πέτρα ή μάρμαρο. Το μεγάλο επίτευγμα των Ελλήνων ήταν ότι έδειξαν πώς μπορεί να επιτευχθεί το ωραίο με επιτακτική προσοχή στη γραμμή και στην αναλογία. Επέδειξαν πώς ένα οικοδόμημα μπορεί να γίνει από μόνο του αρμονικό έργο τέχνης, και όχι μόνο ένα κατασκεύασμα που εξυπηρετεί πρακτικούς σκοπούς. Σημαντικές ελληνικές κατασκευές, όπως οι ναοί, μελετώνταν πάντα σε σχέση με το τοπίο και χτίζονταν σε θέσεις όπου είχαν άφθονο περίγυρο χώρο. Το πιο φημισμένο παράδειγμα ελληνικής αρχιτεκτονικής είναι ο Παρθενώνας.

Οι Ρωμαίοι (500 π.Χ - 300 μ.Χ.) υιοθέτησαν τις παραδόσεις του ελληνικού σχεδίου αλλά ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τούβλα και κονίαμα για να χτίσουν νέα στοιχεία όπως ο θόλος, η αψίδα και η καμάρα, τα οποία επέτρεψαν να χτιστούν κτίρια με τέσσερα ή πέντε πατώματα, αντί για τα συνηθισμένα ελληνικά με ένα ή δυο. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακά αρχιτεκτονικά δείγματα όπως το Κολοσσαίο και το Πάνθεον στη Ρώμη και υδραγωγεία όπως εκείνο που βρίσκεται στη γαλλική πόλη Νιμ. Υπό τους Ρωμαίους το κλασικό στυλ έγινε πιο φανταχτερό και πλουμιστό και επηρέασε μελλοντικές Κλασικές αναβιώσεις.

Οι κλασικισμοί στην Αναγέννηση και οι κλασικές μορφές αρχιτεκτονικής εγκαταλείφθηκαν κατά μεγάλο μέρος στη διάρκεια του Μεσαίωνα, αλλά ανακαλύφθηκαν πάλι στη διάρκεια της Αναγέννησης, που έφτασε στο απόγειο της αρχιτεκτονικής στην Ιταλία τον 16ο αιώνα, και από εκεί εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την υπόλοιπη Ευρώπη. Στην αναβίωση αυτή, η ρωμαϊκή εκδοχή των Κλασικών Κανόνων (ρυθμοί αναλογίας και διακόσμησης των κιόνων και των δοκών των κτιρίων) υιοθετήθηκε σαν το κύριο πλαίσιο για τη σχεδίαση. Η επακόλουθη κλασική αναβίωση των τελών του 18ου αιώνα βρήκε να ευνοούνται οι ελληνικοί τύποι, ενώ ο 19ος αιώνας πήρε ελεύθερα από τις κλασικές πηγές και πειραματίστηκε με την αναλογία και τη λεπτομέρεια.

Το Γοτθικό στυλ και η γοτθική αρχιτεκτονική, που ήταν συνήθης στην Ευρώπη μεταξύ των τελών του 12ου αιώνα και των μέσων του 16ου, τελειοποίησε την καμάρα, το αντιτείχισμα και την αιχμηρή αψίδα, τα οποία εξάλειψαν τους χοντρούς τοίχους-φορείς και επέτρεψαν να χτιστούν ψηλότερα κτίρια παρά ποτέ άλλοτε. Στην ανώτερη της μορφή στους πολλούς καθεδρικούς ναούς που εξακολουθούν να διατηρούνται ακόμα σε ολόκληρη την Ευρώπη, η γοτθική αρχιτεκτονική έδειξε πως μπορούν τα κτίρια να εκφράσουν τις πνευματικές φιλοδοξίες της ανθρωπότητας. Το στυλ άρχισε στη Γαλλία με το Αβαείο του Αγ. Διονυσίου (1144) κοντά στο Παρίσι, και ακολουθήθηκε από το ναό της Παναγίας των Παρισίων. Οι καθεδρικοί ναοί της Ρενς (1211) και Σαρτρ (1260) ήταν το αποκορύφωμα του στυλ. Πολλούς αιώνες αργότερα, τα κτίρια αυτά εξακολουθούν να συλλαμβάνουν την έξαψη των μεγάλων, πανύψηλων όγκων χώρου.

Τα γοτθικά κτίρια, που κατά κύριο λόγο χτίστηκαν με πέτρα σε διάφορες υφές και χρώματα, φωτίζονταν από φυσικό φως που έμπαινε από σειρές παραθύρων. Το παιχνίδισμα φωτός και σκιάς πλαισιωμένο από αψίδες έγινε ένα σημαντικό στοιχείο του σχεδίου καθώς η διακόσμηση τους έγινε όλο και πιο φανταχτερή, με άφθονο σχέδιο από διαπλεκόμενες γραμμές στην πέτρα.