Έθιμα Αρχαία Ελλάδα - Σπάρτη

Έθιμα γάμου, γέννησης, εφηβείας, θανάτου


Ο γάμος: Ο γάμος γινόταν με την «εγγύηση», δηλαδή με ένα είδος συμφωνητικού ανάμεσα στο μνηστήρα και τον πατέρα ή τον κηδεμόνα της νύφης. Στην ομηρική εποχή ο γαμπρός αγόραζε τη νύφη, προσφέροντας στον πατέρα της βόδια, πρόβατα κ.ά. Στα ιστορικά χρόνια η συνήθεια αντιστράφηκε και ο πατέρας έδινε προίκα στην κόρη του το 1/10 της περιουσίας του. Πιο κατάλληλο μήνα για τους γάμους θεωρούσαν το Γαμηλιώνα, αντίστοιχο με το σημερινό Ιανουάριο. Υπήρχε στους γάμους ένα καθορισμένο τελετουργικό, που άρχιζε με θυσίες στους θεούς και συνεχιζόταν με άλλες διαδικασίες, από τις οποίες η σπουδαιότερη ήταν η μεταφορά της νύφης στο σπίτι του γαμπρού. Στη Σπάρτη ίσχυε το έθιμο της (εικονικής) αρπαγής της νύφης από το γαμπρό.

Η γέννηση: Στη γέννα βοηθούσε η μαία, μια απλή γυναίκα χωρίς γνώσεις ιατρικής αλλά με πείρα σε αυτά τα θέματα. Μόλις γεννιόταν το παιδί, το έλουζαν με νερό (στη Σπάρτη με κρασί) και το άλειφαν με λάδι. Πέντε ή επτά μέρες μετά γιόρταζαν τα αμφιδρόμια, μια τελετή με την οποία το νεογέννητο γινόταν δεκτό στην κοινωνική ομάδα, και τη δέκατη μέρα τού έδιναν και το όνομα. Την τεσσαρακοστή μέρα από τη γέννηση γιόρταζαν το τέλος της λοχείας.

Η εφηβεία: Στην Αθήνα, όταν οι νέοι έφταναν στο 18ο έτος της ηλικίας τους, υπηρετούσαν για δύο χρόνια στρατιωτική θητεία. Εγγράφονταν πρώτα στους καταλόγους του δήμου τους και μετά συγκεντρώνονταν στο ναό της Αθηνάς Αγλαύρου, όπου έδιναν το στρατιωτικό όρκο. Τα όπλα, ασπίδα και δόρυ, τους τα χορηγούσε η πολιτεία στο τέλος του πρώτου χρόνου.
Στη Σπάρτη, όταν οι νέοι γίνονταν 16 ετών, περνούσαν, με μια σειρά από μυήσεις, από την παιδική ηλικία στην εφηβεία και υποβάλλονταν σε πολλές δοκιμασίες, για να αποδειχτεί η αντοχή τους. Μια παράξενη δοκιμασία ήταν η «κρυπτεία»: ο έφηβος έπρεπε να ζήσει για ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα μόνος του, κρυμμένος στην εξοχή. Τη νύχτα κυνηγούσε είλωτες και έπρεπε να σκοτώσει έναν από αυτούς.

Ο θάνατος: Η πρώτη φροντίδα των συγγενών ή των συμπολεμιστών του νεκρού ήταν να τον πλύνουν. Μετά τον τοποθετούσαν σε μία κλίνη, τον μοιρολογούσαν και τέλος, στα ομηρικά χρόνια, τον έκαιγαν στην πυρά και έκαναν την ταφή. Στα ιστορικά χρόνια, μετά το λουτρό, άλειφαν το σώμα του νεκρού με αρώματα και του έβαζαν στο στόμα έναν οβολό, για να πληρώσει το Χάρο που θα τον περνούσε με τη βάρκα του στον Άδη. Ακολουθούσε ο θρήνος και την τρίτη μέρα γινόταν η εκφορά, δηλαδή η ταφή. Στον τάφο όπου έθαβαν το νεκρό, έβαζαν και τα αγαπημένα του αντικείμενα («κτερίσματα») . Άλλοτε έκαιγαν το νεκρό και έθαβαν τα οστά του, τοποθετημένα σε ένα αγγείο. Στα πλαίσια της ταφής γίνονταν διάφορες τελετές εξαγνισμού. Έτσι, αμέσως μετά ακολουθούσε ένα κοινό δείπνο, το «περίδειπνο». Την τρίτη μέρα, την ένατη μέρα και όταν συμπληρωνόταν ένας χρόνος έκαναν συμπόσια και θυσίες για τους νεκρούς.